Η Ερωφίλη ήταν μία από τις επτά αδελφές της οικογένειας. Μεγάλωσε στο Μάλεμε, έναν παραλιακό τόπο γεμάτο καλαμιώνες και παραγωγικές εκτάσεις, που οφείλει το όνομα του σε πιθανό ορυχείο χρυσού. Παντρεύτηκε το ’39 και λίγο αργότερα γέννησε το πρώτο της παιδί, που μετά από έξι μέρες ζωής, πέθανε. Το ονόμασαν Μαρία, με αεροβάπτισμα. Ακολούθησε η γέννηση του δεύτερου παιδιού της, το ’42 και ο θάνατός της πέντε χρόνια αργότερα, από σηψαιμία, κατά την διάρκεια της τρίτης της εγκυμοσύνης. Θάφτηκε με το παιδί στην κοιλιά της.
Το παρελθόν της οικογένειας έχει αποτυπωθεί σε λεύκωμα φωτογραφιών της δεκαετίας 1930-1939, που εικονίζουν την ζωή πριν τον πόλεμο, στον οποίο το αεροδρόμιο της περιοχής, είχε καθοριστικό ρόλο στην πρώτη στην ιστορία εναέρια επίθεση, με ρίψη αλεξιπτωτιστών. Το λεύκωμα αυτό, δεν δόθηκε ποτέ στην Ερωφίλη, αν και ανοίγει με χειρόγραφη αφιέρωση προς εκείνη. Δόθηκε από τον φωτογράφο και δημιουργό του, στο δεύτερο της παιδί και πατέρα μου, το ’67, είκοσι χρόνια μετά τον πρόωρο θάνατό της. Και από εκείνον, σε εμένα.
Τα οικογενειακά άλμπουμ συχνά ενέχουν θέση φυλακτού. Προστατεύουν και διαφυλάσσουν τη μνήμη, έχοντας δημιουργηθεί στη βάση των ίδιων με εκείνη επιλεκτικών μηχανισμών, της υπερβολής, της ωραιοποίησης και της λογοκρισίας. Οι φωτογραφίες που περιέχουν, συγκαταλέγονται στα σημαντικά αντικείμενα, για τα οποία οι άνθρωποι θλίβονται, σε περίπτωση απώλειας ή καταστροφής. Το εν λόγω, αν και ανταποκρίνεται στην εξιδανικευμένη εικόνα της οικογένειας, περιέχει και γεγονότα θανάτου από προσωπική επιλογή του δημιουργού του, κάτι που οι κοινωνικές αντιλήψεις της εποχής επέτρεπαν.
Το φωτογραφικό υλικό οκτώ δεκαετίες μετά τη λήψη και εκτύπωση του, μοιραία κουβαλά φθορές, τσακίσματα, κηλίδες και στίγματα, φορείς υπενθύμισης ότι οι φωτογραφίες εκτός από εικόνες, είναι και απτά αντικείμενα. Και ως αντικείμενα περιέχουν το πάθος του δημιουργού τους. Είναι μικρά πολύτιμα κομμάτια χαρτιού με αύρα μοναδικότητας, που μας καλούν να τα δούμε υπό το πρίσμα της υλικότητας, του πρωτότυπου αλλά και της χρονικής απόστασης από τα γεγονότα που εικονίζουν.
Η επαναφορά και η παράθεση τους με μετέπειτα πορτραίτα στενών συγγενών και σημερινές φωτογραφίες της περιοχής, τις αποσυνδέει από την πρότερη ιδιότητα τους και δημιουργεί ένα νέο πλαίσιο προσέγγισης του παρελθόντος. Το οικογενειακό λεύκωμα ανακατασκευάζεται, το παρελθόν και το παρόν συνδιαλέγονται και η φαντασία και το συναίσθημα πολλαπλασιάζουν τις δυνατές αφηγήσεις ακόμα και για τους οικείους, που είτε έζησαν ελάχιστα την Ερωφίλη, είτε δεν την γνώρισαν ποτέ.
Το παρελθόν της οικογένειας έχει αποτυπωθεί σε λεύκωμα φωτογραφιών της δεκαετίας 1930-1939, που εικονίζουν την ζωή πριν τον πόλεμο, στον οποίο το αεροδρόμιο της περιοχής, είχε καθοριστικό ρόλο στην πρώτη στην ιστορία εναέρια επίθεση, με ρίψη αλεξιπτωτιστών. Το λεύκωμα αυτό, δεν δόθηκε ποτέ στην Ερωφίλη, αν και ανοίγει με χειρόγραφη αφιέρωση προς εκείνη. Δόθηκε από τον φωτογράφο και δημιουργό του, στο δεύτερο της παιδί και πατέρα μου, το ’67, είκοσι χρόνια μετά τον πρόωρο θάνατό της. Και από εκείνον, σε εμένα.
Τα οικογενειακά άλμπουμ συχνά ενέχουν θέση φυλακτού. Προστατεύουν και διαφυλάσσουν τη μνήμη, έχοντας δημιουργηθεί στη βάση των ίδιων με εκείνη επιλεκτικών μηχανισμών, της υπερβολής, της ωραιοποίησης και της λογοκρισίας. Οι φωτογραφίες που περιέχουν, συγκαταλέγονται στα σημαντικά αντικείμενα, για τα οποία οι άνθρωποι θλίβονται, σε περίπτωση απώλειας ή καταστροφής. Το εν λόγω, αν και ανταποκρίνεται στην εξιδανικευμένη εικόνα της οικογένειας, περιέχει και γεγονότα θανάτου από προσωπική επιλογή του δημιουργού του, κάτι που οι κοινωνικές αντιλήψεις της εποχής επέτρεπαν.
Το φωτογραφικό υλικό οκτώ δεκαετίες μετά τη λήψη και εκτύπωση του, μοιραία κουβαλά φθορές, τσακίσματα, κηλίδες και στίγματα, φορείς υπενθύμισης ότι οι φωτογραφίες εκτός από εικόνες, είναι και απτά αντικείμενα. Και ως αντικείμενα περιέχουν το πάθος του δημιουργού τους. Είναι μικρά πολύτιμα κομμάτια χαρτιού με αύρα μοναδικότητας, που μας καλούν να τα δούμε υπό το πρίσμα της υλικότητας, του πρωτότυπου αλλά και της χρονικής απόστασης από τα γεγονότα που εικονίζουν.
Η επαναφορά και η παράθεση τους με μετέπειτα πορτραίτα στενών συγγενών και σημερινές φωτογραφίες της περιοχής, τις αποσυνδέει από την πρότερη ιδιότητα τους και δημιουργεί ένα νέο πλαίσιο προσέγγισης του παρελθόντος. Το οικογενειακό λεύκωμα ανακατασκευάζεται, το παρελθόν και το παρόν συνδιαλέγονται και η φαντασία και το συναίσθημα πολλαπλασιάζουν τις δυνατές αφηγήσεις ακόμα και για τους οικείους, που είτε έζησαν ελάχιστα την Ερωφίλη, είτε δεν την γνώρισαν ποτέ.